28/7/08

Ατελείωτα Δρομολόγια




















Δεν έχω λόγια.
Στα ατελείωτα δρομολόγια,
με μία στραβοτιμονιά
σπάω τα εμπόδια.

Πηγαίνω κι έρχομαι,
μέσα στην κούρσα την βουβή
και σε μια σκέψη παλαβή
κλείνομαι ισόβια.

Κι αν φυλακίζομαι,
έξω απ’ τα κάγκελα του νου,
μέσα στα δέσμια του καπνού
απ’ το τσιγάρο μου,

κι όλα τα ανέχομαι,
και επανέρχομαι,
γιατί τα άμοιρα της μοίρας μου
τα δέχομαι...

Τί θα 'ναι να 'ξερα,
όπως η πτώση μου γελά,
πίσω απ' αυτά τα κάγκελα
σα θα πετώ,

'δε θα 'ναι πόνος' λες,
'δε θα 'χει γιο η λογική
κι ούτε σταγόνες η βροχή'
και δε θα κλαις.


(όταν οι αποστάσεις χιλιομέτρων σπάνε, τότε τα δρομολόγια, αν και ατέλειωτα, μοιράζονται και ελευθερώνονται…)

Ευχαριστώ την φίλη μου Κατερίνα Τ. για τα δυο τελευταία της, πανέμορφα τετράστιχα!

26/7/08

Αποτυπώματα Ακροατών Νο1

























(...κλικ επάνω στην εικόνα για πιο εύκολη ανάγνωση)

22/7/08

Μπαμπά τρέξε!
























Θυμάσαι τότε?
Μεσημέρι, μπήκες στο σπίτι και γραπώθηκα από πάνω σου με τόση αγωνία.
Φορούσες τα ρούχα της δουλειάς. Μύριζες σίδερο και γράσο. Σ’ αγαπούσα και σε θαύμαζα τόσο πολύ!
Από το πρωί κάτι μου έλεγε πως θα μου φέρεις ένα παιχνίδι. Δεν ήταν η γιορτή μου, ούτε τα γενέθλια μου. Τα Χριστούγεννα είχαν περάσει και το Πάσχα αργούσε ακόμα πολύ.
Όμως ήμουν σίγουρη, κάτι θα μου έφερνες!
Σε έφερα γύρω-γύρω, έψαξα τις τσέπες σου, τα χέρια σου, παντού…και τελικά το βρήκα. Το είχες αφήσεις έξω από την πόρτα. Ένα μεγάλο αρκουδάκι με κόκκινο κασκόλ!

Μπαμπά,
από εχθές θέλω να σου το πω…
Μέρες το έψαχνα. Το βρήκα στην αποθήκη, θλιμμένο, αγέλαστο και αμίλητο.
Ούτε που με κοίταξε.
Και τρέμω μπαμπά! Θα φύγει για πάντα, λέει.
Φοβάμαι! Μαζί του θα πάρει και τη χαρά, και τη λαχτάρα μου! Εκείνη τη λαχτάρα που κρατάει ακόμα.
Μπαμπά μην αργείς!
Έλα να του μιλήσεις, να μείνει, να μην μ’ αφήσει!

Μπαμπά τρέξε!
Το αρκουδάκι μου κρεμάστηκε πριν λίγο στην αποθήκη! Με το σκοινί από τον κίτρινο χαρταετό που είχαμε φτιάξει μαζί το ’85…θυμάσαι μπαμπά?
Είμαι μόνη, τόσο μόνη…

Μπαμπά δεν μ’ αγαπάς πια?

To μπουκάλι
























Κοίταξε χάλι!
Μέσα κλεισμένη σ’ ένα μπουκάλι,
να μοιάζω μ’ άλλη.

…φοβάμαι πάλι.
Ποιός θα με βγάλει?

20/7/08

Το λευκό της φόρεμα























-Για δες…σ’ αρέσει?
-Ναι αμέ!
-Μου πάει?
-Αν σου πάει λέει!
























-Μμμμ…μου είναι μακρύ.
-Μα έτσι είναι αυτά! Μακριά!
-Οοοχι, όχι τόσο.
-Τόσο κι άλλο τόσο!
-Στα μαλλιά δεν θέλω τίποτα.
-Όπως θέλεις εσύ!
-Της μοιάζω?
-Πολύ!
-Μόνο πολύ?
-Πάρα πολύ!
-Θα μου λείψει γιαγιά…

1/7/08

Συγχωρώντας το χθες

















Σου ‘πα μη φοβάσαι τις σκιές
που γεννούν τα σώματα
κι όταν θα κοιτάζεις τις φωτιές
μη χαθούν τα χρώματα.


Θα ‘μια πάντα δίπλα σου όταν θες
να κερνάω τα πιόματα.
Κι όσα σου χρεώσαν μα δεν φταις
θα σκορπάω στα γιόματα.


Θα γλυκοφιλήσω τα χώματα
που φυτρώσαν συκιές,
συγχωρώντας το χθες.
Και θα ζωγραφίσω τα χρώματα
που βαφτίσαν σκιές,
να δροσίσουν πληγές.


Σβήσε απ’ τα συμβόλαια του χθες
αριθμούς κι ονόματα.
Άνοιξε το βήμα σου και βγες
στης αυγής τα στρώματα.


Θα γλυκοφιλήσω τα χώματα
που φυτρώσαν συκιές
συγχωρώντας το χθες.
Και θα ζωγραφίσω τα χρώματα
που βαφτίσαν σκιές
να δροσίσουν πληγές.